Ιστορία – Γιαγντάν https://yaghdan.com Η αλησμόνητη πατρίδα των προγόνων μας. Ιδρύθηκε το 1821 από Έλληνες μετανάστες της Αργυρούπολης του Πόντου, στο χείλος του φαραγγιού Ντζοραγκέτ βάθους 100 μέτρων, κατά μήκος του ομώνυμου ποταμού που διαρρέει την περιοχή Λόρι της Αρμενίας. Fri, 15 Oct 2021 13:09:30 +0000 el hourly 1 https://wordpress.org/?v=6.0.8 https://yaghdan.com/wp-content/uploads/2019/09/cropped-favicon-1-32x32.jpg Ιστορία – Γιαγντάν https://yaghdan.com 32 32 Η ανθρωπογεωγραφία των ποντιακών χωριών της πρώην Σοβιετικής Αρμενίας https://yaghdan.com/anthropography/?utm_source=rss&utm_medium=rss&utm_campaign=anthropography https://yaghdan.com/anthropography/#respond Tue, 21 Sep 2021 20:17:10 +0000 https://yaghdan.com/?p=4953
Η ανθρωπογεωγραφία των ποντιακών χωριών της πρώην Σοβιετικής Αρμενίας

Οι πρώτοι Πόντιοι είχαν εγκατασταθεί στην Αρμενία από τον 18ο αιώνα, όταν μετοίκησαν από την περιοχή της Αργυρούπολης για να εργασθούν στα μεταλλωρυχεία της Μονής Αχτάλα. Ένα δεύτερο κύμα έφτασε μετά το ρωσοτουρκικό πόλεμο του 1827-29. Οι πρόσφυγες αυτοί που κατάγονταν από τις περιοχές του Κάρς και του Ερζερούμ εγκαταστάθηκαν στην περιοχή του Λενινακάν. Στην απογραφή του 1989 είχαν καταγραφεί 4,650 Έλληνες.

Οι Έλληνες της πρώην Σοβιετικής Αρμενίας έζησαν για πάνω από έναν αιώνα συγκεντρωμένοι σε μερικά χωριά της βόρειας Αρμενίας, στη συνοριακή ζώνη με τη Γεωργία. Αυτά τα ελληνικά χωριά – Γιαγντάν, Αχτάλα, Σαμλούγ, Λέν-Ρουντνίκ – βρίσκονταν στην περιφέρεια του Αλαβέρντι.
Υπήρχαν επίσης μερικές οικογένειες Ποντίων στο αρμένικο χωριό Αγκαράκ. Το χωριό Κογές είχε κάποτε ποντιακό πληθυσμό, αργότερα όμως κατοικήθηκε μόνο από Αρμένιους.

 

Αλαβέρντι

Το Αλαβέρντι, αρχαίο κέντρο εξόρυξης χαλκού, ήταν χωριό μέχρι το 1938. Με την οικονομική ανάπτυξη της μεταπολεμικής περιόδου απετέλεσε μια από τις νέες πόλεις της Αρμενίας. Ήταν κύριο κέντρο έγχρωμης μεταλλουργίας και συγκέντρωνε και άλλες μικρότερες βιομηχανικές μονάδες. Οι κατοικίες που κατασκευάστηκαν στα χρόνια της σοβιετικής εξουσίας ήταν χαρακτηριστικές για τη σύγχρονη αρχιτεκτονική τους. Έπαιρναν υπόψη τους τις ιδιαίτερες κλιματικές συνθήκες της Αρμενίας. Πολλοί Πόντιοι κατοίκησαν σε αυτά τα πολυώροφα κτίσματα με τα διαμπερή διαμερίσματα και τις βεράντες.

Αλαβέρντι – varandej, Ιούνιος 16, 2020

 

Γιαγντάν

Το Γιαγντάν ήταν ένα αγροτικό χωριό. Οι κάτοικοι δούλευαν στα κολχόζ και παρήγαγαν φρούτα και λαχανικά. Το Λεν-Ρουντνίκ ήταν ένα πολύ μικρό ποντιακό χωριό. Όλοι τους οι κάτοικοι δούλευαν στο Αλαβέρντι. Αντιθέτως, στο Σαμλούχ, υπήρχε ένα εργοστάσιο υφασμάτων, θυγατρική του μεγάλου εργοστασίου μεταξιού στο Αλαβέρντι, που απασχολούσε 200 άτομα, οι περισσότεροι Πόντιοι.

Το φαράγγι Τζοραγκέτ, Γιαγντάν – Tatev Hakobyan, Απρίλιος 4, 2019

 

Αχτάλα

Η ορεινή κωμόπολη Αχτάλα και πιο συγκεκριμένα η κάτω πόλη αποτελούσε από τα τέλη του 18ου αιώνα το ιστορικό κέντρο της εγκατάστασης των Ποντίων. Είχε πληθυσμό 5 000 κατοίκους και κλίμα ηπειρωτικό. Ο ποντιακός ελληνισμός αντιπροσώπευε το 1/3 του πληθυσμού. Οι υπόλοιποι κάτοικοι ήταν Αρμένιοι και υπήρχε ένας πολύ μικρός πληθυσμός Αζέρων. Οι Αζέροι εγκατέλειψαν την Αχτάλα στην αρχή της σύγκρουσης στο Ναγκόρνο-Καραμπάχ.

 

Μοναστήρι, Αχτάλα – Soghomon Matevosyan, Ιανουάριος 23, 2007

 

Αυτή η κωμόπολη, γνωστή για το ομώνυμο μεσαιωνικό μοναστήρι με τοιχογραφίες από τον 11ο-13ο αιώνα, αναπτύχθηκε μετά το Δεύτερο Παγκόσμιο πόλεμο. Οι σοβιετικές αρχές έχτισαν 22 πενταόροφες πολυκατοικίες για να στεγάσουν τους εργάτες που δούλευαν στα εργοστάσια της πόλης και στο Αλαβέρντι. Το μεγαλύτερο εργοστάσιο της Αχτάλα ήταν το εργοστάσιο του αλουμινίου που τροφοδοτούσε το Αλαβέρντι. Η λειτουργία αυτού του εργοστασίου σταμάτησε μετά την ανεξαρτησία της Αρμενίας γιατί θεωρήθηκε εργοστάσιο με υψηλά επίπεδα μόλυνσης. Και άλλα εργοστάσια, όπως αυτό της παραγωγής κουτιών κονσέρβας μείωσαν την παραγωγή τους και απέλυσαν προσωπικό.

Η κωμόπολη της Αχτάλα αποτελούσε ένα μικρό αστικό κέντρο που κάλυπτε τις ανάγκες του πληθυσμού σε σχολεία, αθλητικά κέντρα με πισίνα και σινεμά. Αλλά το καμάρι όλων των κατοίκων ήταν το τελεφερίκ που ένωνε την πάνω πόλη με το σιδηροδρομικό σταθμό.

 

Τελεφερίκ, Αχτάλα – Puerrtto, Οκτώβριος 28, 2019

 

Οι σχέσεις μεταξύ των ελληνικών κοινοτήτων της Αρμενίας και της Γεωργίας

Οι οικογένειες των χωριών αυτών ήταν συχνά συγγενείς. Κατά τη διάρκεια της σοβιετικής περιόδου, η κυκλοφορία από τη μια και από την άλλη πλευρά των συνόρων γίνονταν χωρίς καμιά διαδικασία. Οι γάμοι μεταξύ των Ποντίων της Αρμενίας και αυτών της Γεωργίας ήταν αρκετά συχνοί. Οι γάμοι ήταν η αφορμή για τη διοργάνωση μιας μεγάλης γιορτής όπου οι μουσικοί του χωριού παίζανε ποντιακή και τούρκικη μουσική. Δεν τραγουδούσαν ρώσικα τραγούδια γιατί οι ηλικιωμένοι δεν τα γνωρίζανε.

Κατά τη διάρκεια της σοβιετικής περιόδου, η Γκόρα ήταν σε πλήρη άνθηση. Ήταν ένα ορεινό χωριό που μαζί με το ποντιακό χωριό Σακιρέ και με ένα αζέρικο χωριό αποτελούσαν ένα κολχόζ. Εκεί δούλευαν όλοι οι κάτοικοι. Καλλιεργούσαν σιτάρι, κριθάρι, καλαμπόκι, πατάτες, αχλάδια, κεράσια και μήλα.
Η μορφολογία των κατοικιών ήταν σε μεγάλο βαθμό ομοιογενής: σπίτια ενός ορόφου με το στάβλο στο ισόγειο για τα ζώα (πρόβατα, κατσίκες, γαϊδούρια) και την κατοικία στον πρώτο όροφο. Η θέρμανση γίνονταν με ξύλα ή με κάρβουνο. Οι κάτοικοι είχαν το δικαίωμα να μαζέψουν ξύλα στο δάσος με την προϋπόθεση να κόβουν τα δέντρα που έχουν ήδη πέσει ή είναι άρρωστα. Μπορούσαν επίσης να πάνε για κυνήγι.

Μετά τη διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης, κατά τη διάρκεια της οικονομικής κρίσης, οι κάτοικοι των χωριών αυτών πουλούσαν στην αγορά των χωριών άγρια φρούτα, φράουλες και σμέουρα που μάζευαν οι ίδιοι στο δάσος. Κατασκεύαζαν το ψωμί τους μόνοι τους στο φούρνο από ξύλα (περίπου 20 με 30 καρβέλια κάθε δύο μήνες). «Μόνο οι τεμπέληδες είναι αυτοί που δεν φτιάχνουν μόνοι τους το ψωμί τους και πήγαιναν να το ζητήσουν στο γείτονα. Το χειμώνα πάστωναν λάχανο το οποίο κατανάλωναν όλο το χρόνο. Δεν υπήρχαν πολλές δυνατότητες για διασκέδαση. Πήγαιναν στο σινεμά που λειτουργούσε μόνο το Σαββατοκύριακο και που ήταν ο κύριος τόπος συναντήσεων κυρίως των νέων.

 

Η θρησκεία δημιουργός νέων τόπων εθνοτικής ταυτότητας

Για τους Έλληνες Πόντιους από την πρώην Σοβιετική Ένωση, η θρησκεία ήταν πάντα ένα προσδιοριστικό στοιχείο της εθνικογεωγραφικής τους ταυτότητας και αποτελούσε το σημείο σύνδεσης με την ελληνική εθνική τους ταυτότητα και την ιστορική τους πατρίδα. Οι παραδόσεις και οι κοινοτικοί δεσμοί διατηρούνταν γύρω από την εκκλησία. Οι τελετές και οι θρησκευτικές γιορτές ήταν μια σημαντική στιγμή για την ποντιακή κοινότητα.

Όλος ο κόσμος μαζευότανε στο Λεν – Ρουντνίκ για την γιορτή της Παναγίας στις 21 Μαΐου. Στις τρεις εκκλησίες του Γιαγντάν και στην ελληνική εκκλησία της Αχτάλα συναντιόνταν όλοι οι κάτοικοι των ελληνικών χωριών. Στην Αχτάλα, η εκκλησία του Αγίου Γεωργίου που κατασκευάστηκε το 1830 έπαιξε ένα σημαντικό ρόλο στη διατήρηση της ελληνικής ταυτότητας. Ήταν το σημείο συνάντησης για χιλιάδες Πόντιους που μαζευόντουσαν εκεί στις 21 Σεπτεμβρίου.
Οι Έλληνες Πόντιοι έζησαν αρμονικά με τους Αρμένιους για δεκαετίες και είχαν ενταχθεί εξ΄ολοκλήρου στη χριστιανική αρμένικη κοινωνία. Αυτή η ιδιαιτερότητα της Αρμενίας οδήγησε τους Έλληνες και τους Αρμένιους να μοιράζονται τις ίδιες εκκλησίες παρ’ όλες τις θεολογικές τους διαφορές. Οι θρησκευτικοί χώροι αποτελούσαν χώρο αναφοράς για το σύνολο της κοινωνίας. Έτσι, μέσα από τη θρησκεία δημιουργείται μια διπλή ταυτότητα, αρμένικη και ελληνική η οποία αργότερα στην Κύπρο, λαμβάνοντας υπόψη και την ισχυρή θέση της αρμένικης κοινότητας στο Νησί, τους βοηθάει να διατηρήσουν και να αναπτύξουν τις πολιτισμικές και εθνοτικές ιδιαιτερότητές τους.

Αντιθέτως, στη Γεωργία, στα συνοριακά χωριά με την Αρμενία, οι εκκλησίες δεν είχαν παπάδες. Ένας κάτοικος του χωριού διάβαζε τα κείμενα της λειτουργίας και η κοινότητα όριζε έναν υπεύθυνο για τη φύλαξη της εκκλησίας ώστε να αποφεύγονται οι καταστροφές.

Στο χωριό Γκόρα υπήρχαν πολλές εκκλησίες και η διάσημη εκκλησία της Παναγίας όπου γιορτάζονταν κάθε χρόνο στις 28 Αυγούστου η μεγάλη γιορτή της Ανάληψης. Αυτή η γιορτή συγκέντρωνε εκατοντάδες Ποντίους που έρχονταν από όλα τα γειτονικά χωριά της Αρμενίας και της Γεωργίας και καμιά φορά και από πολύ μακρύτερα. Οι προμήθειες για αυτή τη μεγάλη γιορτή εξασφαλίζονταν από τα χωριά και τις γειτονικές πόλεις: από το Ντμανίσι στη Γεωργία και το Καλίνινο στην Αρμενία.

 

Η μετανάστευση προς την Ελλάδα και την Κύπρο

Το μεταναστευτικό κύμα πήρε τεράστιες διαστάσεις στα χρόνια που ακολούθησαν τη διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης και ειδικότερα μετά την ανεξαρτησία της Γεωργίας και της Αρμενίας. Η δεινή οικονομική κρίση μετά τη μείωση της βιομηχανικής παραγωγής στην Αρμενία και τον πόλεμο με το Αζερμπαϊτζάν οδήγησε σε ερήμωση τα ποντιακά χωριά. Το ίδιο συνέβη και στη Γεωργία. Σήμερα, στη Gora δεν μένουν παρά μόνο τριάντα οικογένειες που αποτελούνται από ηλικιωμένα άτομα. Παλαιότερα κατοικούσαν 120 οικογένειες. Τα σπίτια τους κατοικούνται σήμερα από Γεωργιανούς και Αζέρους. Στο χωριό Σακιρέ οι μισές οικογένειες έχουν επίσης μεταναστεύσει. Λίγο πριν τη μεγάλη μετανάστευση το χωριό αυτό αριθμούσε 150 οικογένειες.

Οι Έλληνες Πόντιοι με τις οικογένειες τους, ενημερωμένοι σχετικά με τη δυνατότητα εγκατάστασής τους στην Ελλάδα, διάλεξαν την ιστορική τους πατρίδα ως μελλοντικό τόπο εγκατάστασής τους. Με τους Αρμένιους και Ρώσους συγγενείς τους και σε πολύ λίγες περιπτώσεις με Γεωργιανούς συγγενείς μετακινήθηκαν προς την Ελλάδα.
Είναι αλήθεια ότι τα πρώτα χρόνια της μετανάστευσης ο μοναδικός προορισμός ήταν η Ελλάδα. Παρ΄ όλα αυτά μέσα σε μερικά χρόνια οι δύσκολες συνθήκες εγκατάστασης στην Ελλάδα και οι δυσκολίες στην εύρεση εργασίας τους έκαναν να αλλάξουν το μεταναστευτικό τους προορισμό.

Η Κύπρος αποτελεί το δεύτερο σε επιλογή προορισμό για τους Έλληνες Πόντιους από την Αρμενία. Δεν πήγαν όλοι στην Κύπρο κατευθείαν από τα χωριά καταγωγής τους. Πολλοί πήγανε πρώτα στη νότια Ρωσία, στο Κρασνοντάρ και στο Νοβοροσίσκ, που είχαν συγγενείς.

 

]]>
https://yaghdan.com/anthropography/feed/ 0
ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗ ΣΤΗ ΕΛΛΑΔΑ https://yaghdan.com/migration-greece/?utm_source=rss&utm_medium=rss&utm_campaign=migration-greece https://yaghdan.com/migration-greece/#respond Fri, 12 Jun 2020 18:58:43 +0000 http://yaghdan.com/%ce%bc%ce%b5%cf%84%ce%b1%ce%bd%ce%b1%cf%83%cf%84%ce%b5%cf%85%cf%83%ce%b7-%cf%83%cf%84%ce%b7-%ce%b5%ce%bb%ce%bb%ce%b1%ce%b4%ce%b1/

ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΣΤΗΝ ΠΑΛΑΙΑ – ΝΕΑ ΠΑΤΡΙΔΑ

Το χωριό αρχίζει να ερημώνει από το 1992, κατόπιν πρόσκλησης του ελληνικού κράτους. Οι λόγοι που τους ώθησαν ν’ αφήσουν τη χώρα που γεννήθηκαν και μεγάλωσαν, τις οικογένειες, τους συγγενείς, τους φίλους, τις δουλειές, τα σπίτια και τα νοικοκυριά τους ήταν πολλοί, μα ο βασικότερος ήταν τα πατριωτικά αισθήματα που έτρεφαν για την Ελλάδα, επιτέλους θα έφταναν στη χώρα που θα γινόταν Πατρίδα τους, οπού ποτέ πια δεν θα ένιωθαν ξένοι.

Καθ’ όλη την διάρκεια της παραμονής τους στην φιλόξενη χώρα της Αρμενίας, πάντοτε ήθελαν να επιστρέψουν στην ιστορική τους πατρίδα, όμως αδυνατούσαν να το κάνουν, λόγω του Σοβιετικού Συστήματος, που απαγόρευε την ελεύθερη μετακίνηση. Επιτέλους με την διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης, τους δόθηκε η ευκαιρία με πρόσκληση του ελληνικού κράτους να φτάσουν στην γη «της Επαγγελίας».

 

Το σχέδιο του ελληνικού κράτους

 

Από πλευράς ελληνικού κράτους, το σχέδιο προέβλεπε την εγκατάσταση των μεταναστών προς περιοχές με πληθυσμιακές ανάγκες όπως είναι η Θράκη, όπου παρατηρείται μείωση του ελληνικού πληθυσμού και υποανάπτυξη. Για την κοινωνική τους ένταξη ιδρύθηκε το Εθνικό Ίδρυμα Υποδοχής και Αποκατάστασης Ομογενών Ελλήνων (Ε.Ι.Υ.Α.Π.Ο.Ε.) και η ιδέα της δημιουργίας μιας νέας πόλης της «Ρωμανίας».

Οι μετανάστες απο την Αρμενία εγκαταστάθηκαν κυρίως στην περιοχή της Θράκης, οι μεγαλύτερες μεταναστευτικές ροές όμως προέρχονταν κυρίως από την Γεωργία, το Καζαχστάν, την Ουκρανία και την Ρωσία και ανέρχονται στις 20.509 άτομα. Η μεταναστευτική ροή προς την Θράκη χωρίζονταν σε δύο φάσεις. Το πρώτο κύμα ξεκίνησε να έρχεται από το 1986 όπου ήρθαν 215 άτομα στην Κομοτηνή και 100 άτομα στην Ξάνθη. Το δεύτερο κύμα άρχισε από το 1991 με την δημιουργία του Ε.Ι.Υ.Α.Π.Ο.Ε. και συνεχίστηκε ως τις αρχές της δεκαετίας του 2000. Στο νομό της Ροδόπης ήρθαν 9.993 άτομα, στο νομό της Ξάνθης 6.782 άτομα και στο νομό Έβρου 6.563 άτομα, και όλοι με το πρόγραμμα του Ε.Ι.Υ.Α.Π.Ο.Ε.  Λίγοι ήταν αυτοί που έρχονταν εκτός του προγράμματος.

 

Τα κέντρα φιλοξενίας

Στα κέντρα φιλοξενίας προσφέρεται στους Ομογενείς μια πρώτη φιλοξενία, που περιλαμβάνει μια πλήρη διατροφή, παροχή στέγασης, μετάφρασης και διεκπεραίωση των εγγράφων και πιστοποιητικών, μαθήματα ελληνικής γλώσσας και βοήθεια σε κοινωνικά θέματα. Με την ίδρυση του Ε.Ι.Υ.Α.Π.Ο.Ε λειτουργούν τρία κέντρα φιλοξενίας :

α) Α.Κ.Φ. Ρέντη με δυναμικότητα 250 ατόμων,

β) Β.Κ.Φ. Λαγκαδικίων με δυναμικότητα 350 ατόμων,

γ) Γ.Κ.Φ. Αλεξανδρούπολη με δυναμικότητα 150 ατόμων.

Επίσης κρίθηκε σκόπιμο να λειτουργούν προσωρινά Κέντρα Φιλοξενίας (Π.Κ.Φ.).

Στα Κέντρα Φιλοξενίας η παραμονή τους προγραμματίστηκε για διάστημα 15-30 ημερών.

Στους οικισμούς υποδοχής προβλέπονται να μένουν μετά από τα κέντρα φιλοξενίας και εκεί παρέχονται οι εξής υπηρεσίες:

Παροχή στέγασης, παροχή ξηράς τροφής, διδασκαλία της ελληνικής γλώσσας για ενήλικους και ανήλικους, προετοιμασία των παιδιών για ένταξη στο ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα, επαγγελματική εκπαίδευση, δημοτολογική τακτοποίηση, ιατρική περίθαλψη, λειτουργία παιδικού και βρεφονηπιακού σταθμού, διοργάνωση εορτών, ενημέρωση μέσω των μαθημάτων της ελληνικής γλώσσας και σεμιναρίων σχετικά με την λειτουργία του ελληνικού κράτους.

Οι οικισμοί υποδοχής στοχεύουν στην προετοιμασία των ομογενών για ενσωμάτωση στην ελληνική κοινωνία.

Λειτουργούν 5 οικισμοί:
α. Ζυγός-Καβάλας με δυναμικότητα 1000 ατόμων
β. Σάππες – Ροδόπης με δυναμικότητα 750 ατόμων
γ. Παλαγία – Έβρου με δυναμικότητα 800 ατόμων
δ. Φαρκαδόνα – Τρικάλων με δυναμικότητα 500 ατόμων
ε. Εύμοιρο – Ξάνθης με δυναμικότητα 450 ατόμων

Μετά την οργανωμένη προετοιμασία φιλοξενουμένων για την αποκατάσταση και ένταξη τους στην ελληνική κοινωνία, το Ε.Ι.Υ.Α.Π.Ο.Ε εξασφαλίζει την στέγαση σε ενοικιαζόμενα σπίτια, όπου πληρώνει το ενοίκιο μέχρι την απόκτηση της ιδιωτικής στέγης. Οικονομική επιβάρυνση των ομογενών στα ενοικιαζόμενα σπίτια αποτελεί το ηλεκτρικό ρεύμα, τα κοινόχρηστα, η ύδρευση κ.α. Τα ενοικιαζόμενα σπίτια επιτρέπονται μόνο στη περιοχή της
Θράκης και Ν. Καβάλας.

Σάπες: Τμήμα του νέου οικισμού των παλιννοστούντων. Περίπου 300 σπίτια φτιάχτηκαν από δύο εταιρείες, τη “ΜΗΧΑΝΙΚΗ” και την “ΠΡΟΟΔΕΥΤΙΚΗ” το 1990. Είναι χτισμένα αμφιθεατρικά με θέα προς το νοτιοδυτικό ορίζοντα του Δήμου Σαπών και πρόσφατα και Μαρωνείας. Στα σπίτια αυτά κατοικούν σήμερα αρκετές οικογένειες, αλλά πολλές από αυτές αναγκάστηκαν να μεταναστεύσουν οι γονείς προς άλλες περιοχές και άλλες χώρες για να βρουν δουλειά.

Η μόνιμη εγκατάσταση

Η ολοκλήρωση του Ε.Ι.Υ.Α.Π.Ο.Ε πραγματοποιείται με την μόνιμη εγκατάσταση τους στη περιοχή της Θράκης και πραγματοποιείται με
α) την αγορά έτοιμων σπιτιών στους τρεις νομούς της Θράκης

β) την ανακαίνιση των οικισμών Εύμοιρου, Σαππών, Γιανούλη

γ) την ανέγερση σπιτιών σε μικρούς οικισμούς και σε κοινότητες. Τα σπίτια χορηγούνται με χρησηδάνειο.

Ήδη έχουν παραχωρηθεί πολλά σπίτια στην περιοχή αυτή. Η παραχώρηση των σπιτιών συνεχίζεται. “Ο πρόεδρος του Ιδρύματος Παλιννοστούντων ανέφερε ως παράδειγμα τον οικισμό της κοινότητας Παγούρια Ροδόπης, όπου το Ίδρυμα κατασκεύασε συνολικά 90 κατοικίες σε διάστημα τεσσάρων μηνών που αποτελεί χρόνο ρεκόρ.

Το γεγονός αυτό, πρόσθεσε ο κ. Ιακώβου, – ενισχύει την πεποίθηση μας ότι εφόσον η πολιτεία επιδοτήσει το ίδρυμα με ικανοποιητικούς πόρους το
ΕΕ.Ι.Υ.Α.Π.Ο.Ε μπορεί να παρέχει αρκετές κατοικίες για τους ομογενείς που βρίσκονται στην Ανατολική Μακεδονία και στη Θράκη.
Έχει ακουστεί ότι οι δραστηριότητες του Ε.Ι.Υ.Α.Π.Ο.Ε θα σταματήσουν, όμως αυτό δεν αντιπροσωπεύει την πραγματικότητα, διότι οι αρμοδιότητες του Ε.Ι.Υ.Α.Π.Ο.Ε θα παραχωρηθούν στην Τοπική Αυτοδιοίκηση.

 

Η πόλη «Ρωμανία»

Η ιδέα για την δημιουργία μια πόλης για τους ομογενείς Πόντιους από την πρώην Σοβιετική Ένωση προέκυψε στο Δεύτερο Παγκόσμιο Ποντιακό Συνέδριο. Η ιδέα αυτή οφείλεται στον Έλληνα πολιτικό, τον κ. Μιχάλη Χαραλαμπίδη, ο οποίος παρακάλεσε το Ινστιτούτο Πολεοδομίας να δημιουργήσει, μαζί με τους φοιτητές του, τα σχέδια για την νέα πόλη “Ρωμανία”, στην Βόρεια Ελλάδα. Η επεξεργασία του σχεδίου της Ρωμανίας άρχισε το Φθινόπωρο του ’95 στο Πολεοδομικό Τμήμα του Πανεπιστημίου της Στουτγκάρδης και δεν μπόρεσε να αφήσει αμέτοχους τους Έλληνες μετανάστες που ζουν εκεί. Η ίδρυση της πόλης δεν αποτελεί μόνο μια απάντηση στο αίτημα της αποκατάστασης των νέων μεταναστών Ποντίων – αλλά εξέφρασε ένα βαθύτερο ιστορικό προϊόν. Η ιδέα της πόλης Ρωμανία εκφράζει την ελπίδα για μια νέα αρχή στην Πατρίδα, επίσης εκφράζει την συνέχεια του ιστορικού πολιτισμού μετά τον ξεριζωμό από την ιστορική πατρίδα. Η ιδέα της νέας πόλης Ρωμανίας έχει μια δυναμική προέκταση προς το μέλλον. Μια νέα πόλη θα εκφράσει την αναζήτηση της χαμένης ταυτότητας. Στην περιοχή του Ιστορικού Εύξεινου Πόντου δεν υπάρχουν προϋποθέσεις επιστροφής και δημιουργίας μιας νέας αρχής. Η επαναεπικοινωνία των ομογενών Ελλήνων με την μητρόπολη Ελλάδα, συνέβαλε στην δημιουργία της ιδέας αυτής, δηλαδή της Ρωμανίας και η Θράκη είναι ο ιδανικός χώρος της πραγματοποίησης της. Οι λόγοι επιλογής της Θράκης είναι και ιστορικοί και κοινωνικοοικονομικοί (επειδή η Θράκη είναι μια υποανάπτυκτη περιοχή) παίρνοντας υπόψη μας την θεωρία των αρχαϊκών Ελλήνων για την κτίση μιας πόλης στη θαλάσσια ζώνη και την ιστορική τοποθεσία του Πόντου, η επιλογή της τοποθεσίας της Ποντιακής πόλης, Ρωμανίας, οδηγεί στις ακτές του Θρακικού Πελάγους. Η παραλιακή οδός από το Αγιο Χαράλαμπο προς τη Μάκρη θα είναι τα σύνορα της νέας πόλης.

Η ονομασία της πόλης προέρχεται από την ιστορία. Ρωμανία ονομάζουν τον Πόντο και το Βυζάντιο τώρα οι Ιταλοί, οι Γερμανοί και οι Ολλανδοί

Τα σχέδια για την πόλη Ρωμανία επεξεργάστηκαν με λεπτομέρειες από τους φοιτητές του Πανεπιστημίου της Στουτγκάρδης, Μαρία Αθανασιάδου,
Bernhard Muller, Phillip Steimle, Roland Weber, Rolf Kammemer, και παρουσιάζονται διαφορετικά σχεδιαγράμματα τα οποία είναι βασικά ρεαλιστικά. Τα σχέδια της Μαρίας Αθανασιάδου και του Phillip Steimle είναι ιδιαίτερα κατάλληλα, αλλά και άλλες εργασίες περιλαμβάνουν καλές ιδέες και βοηθούν για την βελτίωση της.

 

Δυσκολίες προσαρμογής

Με τον «επαναπατρισμό» τους είχαν να αντιμετωπίσουν προβλήματα προσαρμογής στους τόπους εγκατάστασής τους, καθώς δεν διέθεταν αποθεματικό κεφάλαιο, δεν γνώριζαν την Νέα Ελληνική γλώσσα και τους ήταν άγνωστο το οικονομικό, κοινωνικό και πολιτικό σύστημα της χώρας. Πολλοί ενήλικοι ακόμη και σήμερα δυσκολεύονται να προσαρμοστούν στην κουλτούρα της ελληνικής κοινωνίας, αισθάνονται έντονο τον κοινωνικό αποκλεισμό, αντιμετωπίζουν προβλήματα απόκτησης ελληνικής ιθαγένειας και έκδοσης ελληνικής ταυτότητας, αναγνώρισης τίτλων σπουδών, ανεργίας, ενώ τα παιδιά πολλών αντιμετωπίζουν προβλήματα στην εκπαιδευτική και επαγγελματική τους πορεία.

Οι συνθήκες εργασίας

Τα πρώτα χρόνια με υπομονή και εντιμότητα αντιμετώπιζαν τις πληγές της προσφυγιάς. Η ταλαιπωρία τους δεν σταματά με τον ερχομό τους στην Ελλάδα, την οποία έβλεπαν σαν απατηλό όνειρο. Οι συνθήκες εργασίας καθιστούν την ζωή τους πολύ δύσκολη, δικηγόροι, δάσκαλοι, πολιτικοί μηχανικοί, οικονομολόγοι και γιατροί αντιμετωπίστηκαν ως φθηνό εργατικό δυναμικό και εύρισκαν εργασία στα χωράφια, τις οικοδομές και σαν οικιακοί βοηθοί. Τα πτυχία τους δεν αναγνωρίζονταν εύκολα, το ΔΙΚΑΤΣΑ απαιτούσε να δοθούν εξετάσεις στην ελληνική γλώσσα, που αν και γνώστες της Ρωμαίικης γλώσσας(Ποντιακής) η οποία όμως δεν είχε γραφή, καθιστούσε αδύνατη την άμεση επαγγελματική τους αποκατάσταση, που με το πέρασμα των χρόνων έμοιαζε όλο και περισσότερο με άπιαστο όνειρο, που θα μπορούσε μονό να πραγματοποιηθεί από τα παιδιά τους.

 

Η εκμάθηση της γλώσσας

Ένα από τα σημαντικότερα προβλήματα που αντιμετώπιζαν ήταν η μη γνώση της Νέας Ελληνικής γλώσσας, που έφερνε προβλήματα επικοινωνίας με τον ντόπιο πληθυσμό της Ελλάδας. Η γλώσσα που μιλούσαν στο σπίτι ήταν η Ρωμαίικη, που θεωρείται ότι προέρχεται από την ελληνιστική Κοινή, αλλά η γλώσσα που είχαν διδαχθεί στα σχολεία της Αρμενίας ήταν η Ρωσική εφόσον ήταν η καθομιλουμένη επί Σοβιετικής Ένωσης, ενώ η Αρμενική ήταν η δεύτερη προαπαιτούμενη.  Η εκμάθηση της Νέας Ελληνικής για τους ομογενείς πραγματοποιούνταν σε σχολεία για ομογενείς και σε σεμινάρια που διοργάνωνε η ΝΕΛΕ, ΕΛΚΕΠΑ.

 

Η οικονομική ανέχεια

Ένα άλλο σημαντικό πρόβλημα των μεταναστών της πρώην Σοβιετικής Ένωσης ήταν η οικονομική τους ανέχεια, στην οποία συνέβαλε η υποτίμηση του ρουβλίου, εξαιτίας του συνεχώς αυξανόμενου πληθωρισμού στις χώρες της πρώην Σοβιετικής Ένωσης. Η μεγάλη προσφορά και η μικρή ζήτηση αποτέλεσαν τον κύριο παράγοντα αδυναμίας πώλησης ακινήτων στις χώρες προέλευσης τους, που πολλές φορές τα ακίνητα παραχωρούνταν δωρεάν στους γηγενείς λαούς, στην προκειμένη περίπτωση, στους Αρμένιους. Οικονομικές δυσκολίες είχαν οι περισσότεροι πρόσφυγες από την πρώην Σοβιετική Ένωση γιατί δεν είχαν μόνιμη εργασία, σπίτια, περιουσίες και καταθέσεις.

 

Η είσοδος στην ελληνική κοινωνία

Κυνηγημένοι και αδικημένοι επιστρέφουν επιτέλους στην πατρίδα περιμένοντας τη μεγάλη αγκαλιά από το λαό και το κράτος, αλλά αυτο που αντικρίζουν είναι η δυσπιστία, φοβία, εχθρότητα και ο κοινωνικός αποκλεισμός.  Χωρίς να γνωρίζουν πολλά γι’ αυτούς, οι ντόπιοι τους ένιωθαν διαφορετικούς και λογω του οτι εκτός από τα ποντιακά επικοινωνούσαν και στα ρωσικά, τους χαρακτήριζαν «ρώσους» ή «ρωσοπόντιους» προσδίδοντας στους χαρακτηρισμούς απαξιωτική σημασία, που τους καθιστούσε ανεπιθύμητους και κατώτερους μπροστά στα μάτια τους. Οι ντόπιοι δυσκολεύονταν να αναγνωρίσουν την ελληνική τους καταγωγή ή την αρνούνταν και δυσανασχετούσαν με τη συνύπαρξή τους στις κοινωνίες τους, με αποτέλεσμα η προσαρμογή των μεταναστών στο νέο πολιτισμό να εξελίσσεται για πολλούς σε αλλεπάλληλες τραυματικές εμπειρίες, έντονο άγχος και κατάθλιψη.

 

Η νοσταλγία του σοβιετικού παρελθόντος

Ύστερα από τόσα χρόνια οι περισσότεροι δηλώνουν απογοητευμένοι με το κράτος αντιμετωπίζοντας καχύποπτα ό,τι το εκπροσωπεί, αλλά δεν λυπούνται που ήρθαν στην Ελλάδα. Επιμένουν στην ποντιακή γλώσσα και κουλτούρα και είναι υπερήφανοι για την ελληνική τους ταυτότητα. Η δυσκολία να προσαρμοστούν στη σύγχρονη καπιταλιστική Ελλάδα τους οδήγησε στη νοσταλγίατου σοβιετικού παρελθόντος. Υπογραμμίζουν την ανωτερότητα στην παιδεία, στις τέχνες, στη λογοτεχνία, το θέατρο, τη μουσική, με τα οποία γαλουχήθηκαν οι ίδιοικαι οι γονείς τους στις σοβιετικές κοινότητες. 

 

Τα άλυτα προβλήματα

Πολλοί που πήραν δάνειο για αγορά κατοικίας αδυνατούν να το πληρώσουν ή καθυστερούν να πάρουν την κρατική βοήθεια και τα σπίτια τους βγαίνουν σε πλειστηριασμό. Η κατάσταση πολλών δυσχεραίνει λόγω της ανεργίας και όλο και πιο απελπισμένοι σκέφτονται να μεταναστεύσουν αλλού. Ο κόσμος που ήρθε από την πρώην Σοβιετική Ένωση δεν αξιοποιήθηκε και αυτό αποτελεί μεγάλο τους παράπονο. Ακόμη και το θέμα της
ιθαγένειας παραμένει άλυτο και αρκετοί ομογενείς που ήρθαν στην Ελλάδα μετά το 2001 δυσκολεύονται να την αποκτήσουν με τη χρονοβόρα διαδικασία. Πολλούς απασχολεί το συνταξιοδοτικό θέμα, διότι ήρθαν στην Ελλάδα σε μεγάλη ηλικία και δυσκολεύονται να συμπληρώσουν τα απαραίτητα ένσημα. Οι υποσχέσεις του κράτους για σύναψη σχετικών σχέσεων με τη Ρωσία και τις χώρες της πρώην Σοβιετικής Ένωσης, ώστε να αναγνωριστούν τα χρόνια εργασίας τους, ακούγονται με δυσπιστία. Οι ποντιακοί σύλλογοι και άλλοι αρμόδιοι προσπαθούν να λύσουν τα προβλήματα αυτά.

Κύριοι και Κυρίες, επειδή πιστεύουμε ότι το Ποντιακό ζήτημα είναι εθνικό πρόβλημα με πολιτικές διαστάσεις, ελπίζουμε στο μέλλον οι πολιτικές επιλογές θα είναι τέτοιες που θα περιέχουν στοιχεία σεβασμού και ανθρωπιάς

 

 

 

Πηγές:
Πτυχιακή Εργασία: Τσακάλοβα Άννα – Οι μετανάστες από την πρώην Σοβιετική Ένωση και η ένταξη τους στην κοινωνία και οικονομία της Θράκης

Διπλωματική Εργασία: Λαμπρίδου Βασιλική – O βιωματικός κόσμος παλιννοστούντων Ποντίων μέσα από ιστορίες της ζωής τους: Eρμηνεύοντας βιογραφικές αφηγήσεις στο πεδίο της συμβουλευτικής

]]>
https://yaghdan.com/migration-greece/feed/ 0